Όλεγκ Ανίστσικ, εκπρόσωπος ενώπιον ΕΔΔΑ, ΕΑΔ ΟΗΕ, Ιντερπόλ-CCF

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΑΔ) είναι ένα διεθνές δικαστήριο που εδρεύει στο Στρασβούργο το οποίο εξετάζει προσφυγές οι οποίες προέρχονται μόνο από άτομα, οργανισμούς και εταιρείες που παραπονούνται για παραβιάσεις δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Η Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών είναι διεθνής συνθήκη με την οποία σημαντικός αριθμός Ευρωπαϊκών Κρατών έχουν αναλάβει την υποχρέωση να εγγυώνται ορισμένα θεμελιώδη δικαιώματα. Τα διασφαλιζόμενα δικαιώματα αναφέρονται στην ίδια τη Σύμβαση καθώς επίσης και στα Πρωτόκολλα υπ’ αρ. 1, 4, 6, 7, 12 και 13, τα οποία έχουν επικυρωθεί από ορισμένα μόνο Κράτη.

Το Δικαστήριο εφαρμόζει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η αποστολή του συνίσταται στο να ελέγχει εάν τα δικαιώματα και οι εγγυήσεις που προβλέπονται από τη Σύμβαση γίνονται σεβαστά από τα κράτη μέλη. Για να προχωρήσει σε αυτόν τον έλεγχο, πρέπει προηγουμένως να έχει υποβληθεί καταγγελία («προσφυγή») από κάποιον πολίτη ή ενίοτε από κράτος. Όταν το Δικαστήριο διαπιστώνει την ύπαρξη παραβίασης ενός ή περισσοτέρων δικαιωμάτων από κράτος μέλος, εκδίδει μία απόφαση. Αυτή η απόφαση έχει δεσμευτική ισχύ. Η εμπλεκόμενη χώρα υποχρεούται να την εκτελέσει.

Δεν χρειάζεται να έχετε ιθαγένεια κράτους μέλους του Συμβουλίου της Ευρώπης. Πρέπει απλώς η παραβίαση για την οποία παραπονείστε να έχει διαπραχθεί από κάποιο κράτος μέλος στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του η οποία κατ’αρχήν ασκείται στην επικράτειά του. Η πράξη ή οι πράξεις που προσβάλλετε πρέπει να προέρχονται από δημόσια αρχή κράτους/ών (παραδείγματος χάριν από δικαστήριο ή από δημόσια αρχή). Το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο για την εξέταση καταγγελιών στρεφόμενων κατά ιδιωτών ή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, όπως οι εμπορικές επιχειρήσεις. Πρέπει να είστε ευθέως και προσωπικώς θύμα της παραβίασης που καταγγέλλετε. Δεν μπορείτε να καταγγείλετε γενικώς και αορίστως ένα νόμο ή μια πράξη επειδή παραδείγματος χάριν σας φαίνονται άδικα. Δεν μπορείτε επίσης να παραπονείστε εκ μέρους άλλων προσώπων (εκτός εάν ορίσετε σαφώς αυτά τα πρόσωπα και λειτουργείτε ως επίσημος εκπρόσωπός τους). Δεν μπορείτε να παραπονεθείτε για παραβίαση άλλου νομικού κειμένου εκτός της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπως η Οικουμενική Διακήρυξη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου ή ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

Οφείλετε να έχετε εξαντλήσει όλα τα πρόσφορα εσωτερικά ένδικα μέσα που θα μπορούσαν να επανορθώσουν την κατάσταση για την οποία παραπονείστε (δηλαδή συνήθως να έχετε ασκήσει προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, ακολουθούμενη, εάν χρειάζεται, από έφεση ή αναίρεση ενώπιον του ανώτατου δικαστηρίου όπως παραδείγματος χάριν ο Άρειος Πάγος ή το Συνταγματικό Δικαστήριο, αν αυτό υφίσταται). Η εξάντληση των ένδικων μέσων όμως δεν αρκεί. Πρέπει επίσης να έχετε επί της ουσίας προβάλει τους ισχυρισμούς σας (δηλαδή τις παραβιάσεις για τις οποίες παραπονείστε) ενώπιον αυτών των δικαστηρίων. Από την ημερομηνία της εσωτερικής τελεσίδικης απόφασης (συνήθως, η απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου) διαθέτετε τέσσερις μήνες για να υποβάλετε την προσφυγή σας. Το έντυπο προσφυγής, μαζί με όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες και έγγραφα, θα πρέπει να αποστέλλονται στο Δικαστήριο είτε πριν από είτε την τελευταία ημέρα της χρονικής περιόδου των τεσσάρων μηνών. θα πρέπει να επιβεβαιώσετε ότι αυτό περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες και τα απαιτούμενα έγγραφα.

Το Δικαστήριο δεν μπορεί να ασχοληθεί με οποιαδήποτε αιτίαση. Οι αρμοδιότητές του καθορίζονται από τις προϋποθέσεις παραδεκτού που αναφέρονται στη Σύμβαση και ορίζουν ποιος μπορεί να παραπονεθεί, πότε και για ποιο λόγο. Ποσοστό ανώτερο του 90% των προσφυγών που εξετάζονται από το Δικαστήριο απορρίπτονται. Συνεπώς, θα πρέπει να ελέγχετε ότι οι αιτιάσεις σας είναι σύμφωνες με τις προϋποθέσεις παραδεκτού. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με αυτά τα κριτήρια, μπορείτε να συμβουλευτείτε δικηγόρο.

Η εξέταση της προσφυγής σας από το Δικαστήριο είναι δωρεάν. Δεν υποχρεούστε να καλύψετε παρά μόνο τα δικά σας έξοδα (όπως την αμοιβή δικηγόρου και τα έξοδα νομικής έρευνας και επικοινωνίας με το Δικαστήριο). Το Δικαστήριο δεν σας βοηθάει στην πληρωμή δικηγόρου για τη σύνταξη της προσφυγής σας. Αν και δεν είναι απαραίτητο να εκπροσωπείσθε από δικηγόρο στην αρχή της διαδικασίας, θα τον χρειαστείτε από τη στιγμή της κοινοποίησης της προσφυγής σας στο εγκαλούμενο κράτος.

Αν το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι υπήρξε παραβίαση, μπορεί να σας επιδικάσει «δίκαιη ικανοποίηση», δηλαδή χρηματική αποζημίωση για την υποστείσα βλάβη. Το Δικαστήριο μπορεί επίσης να υποχρεώσει το κράτος μέλος να σας αποζημιώσει για τα έξοδα της δίκης.